H IΣΤΟΣΕΛΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΕ ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙ ΠΛΕΟΝ ΩΣ ΑΡΧΕΙΟ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΝΗΜΕΡΩΝΕΤΑΙ.
 
Θεσμικά Όργανα της ΕΕ
  • Το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γνωστό επίσης ως "Συμβούλιο των Υπουργών" ή απλά "Συμβούλιο", είναι το κύριο νομοθετικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EE). Στις περισσότερες περιπτώσεις, το Συμβούλιο ασκεί μαζί με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τις νομοθετικές και δημοσιονομικές εξουσίες. Έχει όμως ευρύτερο πεδίο εφαρμογής σε τομείς πολιτικής της ΕΕ, καθώς παράγει περαιτέρω νομοθεσία, διαμορφώνει πολιτική και ασκεί συντονιστικό ρόλο.

    Απαρτίζεται από τους Υπουργούς ή εκπροσώπους υπουργικού επιπέδου των 27 κρατών μελών, εξουσιοδοτημένους να δεσμεύουν την αντίστοιχη εθνική κυβέρνηση, για το σχετικό θέμα συζήτησης. Παρά το γεγονός ότι το Συμβούλιο είναι μία ενιαία οντότητα, οι συσκέψεις διοργανώνονται χωριστά για κάθε τομέα πολιτικής. Για παράδειγμα, οι Υπουργοί Εξωτερικών συναντώνται για να εξετάσουν θέματα εξωτερικής πολιτικής. Ομοίως, οι Υπουργοί Γεωργίας συναντώνται για να συζητήσουν θέματα γεωργικής πολιτικής, ενώ οι Υπουργοί Οικονομικών χειρίζονται τις οικονομικές και χρηματοοικονομικές υποθέσεις. Για να καλυφθεί όλο το φάσμα των ευρωπαϊκών πολιτικών, οι καθ’ ύλην αρμόδιοι Υπουργοί της ΕΕ συναντώνται στα πλαίσια των 10 Συνθέσεων του Συμβουλίου, ανάλογα με τα θέματα προς συζήτηση.

    Όλες οι εργασίες του Συμβουλίου ετοιμάζονται και συντονίζονται από ένα αριθμό ειδικών επιτροπών και ομάδων εργασίας που αποτελούνται από αντιπροσώπους των κρατών μελών. Οι εργασίες αυτές αναπτύσσονται και  προωθούνται περαιτέρω από την "ΕΜΑ", την Επιτροπή Μονίμων Αντιπροσώπων, που αποτελείται από αντιπροσώπους των κρατών μελών (πρέσβεις) της ΕΕ.

    Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Επιτροπή Πολιτικής και Ασφάλειας (ΕΠΑ), συγκεντρώνονται οι προαναφερθείς πρέσβεις (μέλη της ΕΜΑ) για να χειριστούν τα θέματα σχετικά με την Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας και άλλα συναφή διεθνή θέματα.

    Πέρα από το Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων, οι υπόλοιπες συναντήσεις του Συμβουλίου και των προπαρασκευαστικών του οργάνων προεδρεύονται από το κράτος μέλος που ασκεί την εκ περιτροπής προεδρία. Η συχνότητα των συνόδων του Συμβουλίου ποικίλλει ανάλογα με τα θέματα που συζητιούνται. Η προεδρεύουσα χώρα προτείνει κατευθυντήριες γραμμές και προωθεί συμβιβασμούς που απαιτούνται για τις αποφάσεις του Συμβουλίου. Οι αποφάσεις του Συμβουλίου αφορούν άμεσα τη ζωή των Ευρωπαίων πολιτών και έχουν σημαντικές διεθνείς επιπτώσεις. Το Συμβούλιο:

    • θεσπίζει νομοθετικές πράξεις, τις περισσότερες φορές με συναπόφαση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,
    • βοηθάει στο συντονισμό των εθνικών πολιτικών των κρατών μελών,
    • αναπτύσσει την κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας, στη βάση των στρατηγικών κατευθυντήριων γραμμών που ορίζει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο,
    • συνάπτει διεθνείς συμφωνίες εξ ονόματος της ΕΕ,
    • εγκρίνει τον προϋπολογισμό της ΕΕ, μαζί με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

    Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι αποφάσεις λαμβάνονται με ειδική πλειοψηφία ή με ομοφωνία. Ο αριθμός των ψήφων κάθε κράτους μέλους έχει οριστεί από τις Συνθήκες, στις οποίες καθορίζονται και οι περιπτώσεις όπου απαιτείται απλή πλειοψηφία, ειδική πλειοψηφία ή ομοφωνία.

    Διαβάστε περισσότερα για το Συμβούλιο της ΕΕ

  • Η «Κοινή Συνέλευση» της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα που ιδρύθηκε το 1952, μετονομάστηκε σε «Συνέλευση Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου» το 1958, με την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, μέσω της Συνθήκης της Ρώμης. Το 1962 πήρε το όνομα «Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο» ή «Ευρωκοινοβούλιο» και οι πρώτες άμεσες εκλογές οργανώθηκαν το 1979. Από τότε, διεξάγονται εκλογές κάθε πέντε χρόνια και τα Μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (Ευρωβουλευτές) εκλέγονται άμεσα από όλους τους πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) με δικαίωμα ψήφου. Οι τελευταίες εκλογές έγιναν το 2009 και οι σημερινοί 754 Ευρωβουλευτές, θα υπηρετήσουν μέχρι το 2014.

    Η εξέλιξη του θεσμού και των αρμοδιοτήτων του Ευρωκοινοβουλίου είναι στενά συνδεδεμένη με μια σειρά από διαδοχικές ιδρυτικές συνθήκες, με αποκορύφωμα τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Είναι το μόνο άμεσα εκλεγμένο θεσμικό όργανο της ΕΕ και τα τελευταία χρόνια έχει ενισχύσει σημαντικά τις εξουσίες και αρμοδιότητές του. Σήμερα λειτουργεί ως συν-νομοθέτης για όλο σχεδόν το φάσμα των νομοθετικών πράξεων της ΕΕ, ενώ έχει και σημαντικές εξουσίες εποπτείας και έλεγχου επί των δράσεων της ΕΕ:

    • Νομοθετική εξουσία : μοιράζεται την νομοθετική εξουσία με το Συμβούλιο της ΕΕ. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να νομοθετεί, εγκρίνοντας Ευρωπαϊκούς νόμους. Μπορεί δηλαδή να αποδεχθεί, να τροποποιήσει ή να απορρίψει προτάσεις ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Έχει επίσης την δυνατότητα ανάληψης πολιτικής πρωτοβουλίας, δεδομένου ότι μπορεί να ζητήσει από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να υποβάλει συγκεκριμένες νομοθετικές προτάσεις. Διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο στη δημιουργία νέων νόμων, εξετάζοντας το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και υποδεικνύοντας ποιες νομοθετικές πράξεις κρίνει σκόπιμο να προωθηθούν.
    • Δημοσιονομικές εξουσίες: το Ευρωκοινοβούλιο μαζί με το Συμβούλιο της ΕΕ αποτελούν την δημοσιονομική αρχή της ΕΕ, που αποφασίζει κάθε χρόνο για τις δαπάνες και τα έσοδά της. Η διαδικασία ανάλυσης, συζήτησης και έγκρισης του προϋπολογισμού λαμβάνει χώρα μεταξύ Μαΐου και Δεκεμβρίου.
    • Εξουσίες εποπτείας: επί της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ειδικότερα, το Ευρωκοινοβούλιο ασκεί δημοκρατικό έλεγχο. Αυτό σημαίνει ότι τόσο η στελέχωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όσο και το έργο της πρέπει να εγκριθούν από το Ευρωκοινοβούλιο. Πράγματι, ο Πρόεδρος σε πρώτη φάση και στη συνέχεια το Κολλέγιο των Επιτρόπων στο σύνολό του, πρέπει να εγκριθούν από το Ευρωκοινοβούλιο πριν αναλάβουν καθήκοντα. Έχει επίσης δικαίωμα μομφής ή ακόμα και αποπομπής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

    Εκτός από αυτές τις επίσημες εξουσίες, το Ευρωκοινοβούλιο διατηρεί στενούς δεσμούς και με τα εθνικά κοινοβούλια των κρατών μελών μέσω τακτικών συναντήσεων. Η δραστηριότητα αυτή αναπτύχθηκε ιδιαίτερα με την εφαρμογή της Συνθήκης της Λισαβόνας, η οποία συχνά αναφέρεται και ως «Συνθήκη των Κοινοβουλίων».

    Μόλις εκλεγούν, οι Ευρωβουλευτές, οργανώνονται σε πολιτικές ομάδες που τους επιτρέπουν να υπερασπίζονται καλύτερα τις θέσεις τους σε όλη την Ευρώπη. Σήμερα υπάρχουν επτά πολιτικές ομάδες που εκπροσωπούν όλες τις πολιτικές τάσεις. Ωστόσο, ορισμένοι Ευρωβουλευτές δεν ανήκουν σε καμιά πολιτική ομάδα και γι’ αυτό είναι γνωστοί ως «μη εγγεγραμμένοι».

    Ο Πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου εκλέγεται για μια ανανεώσιμη θητεία 2,5 ετών (το μισό της θητείας του Ευρωκοινοβουλίου). Εκπροσωπεί το Ευρωκοινοβούλιο εντός και εκτός της ΕΕ. Επικουρείται από 14 Αντιπροέδρους και επιβλέπει το σύνολο του έργου του Ευρωκοινοβουλίου, καθώς και τις εργασίες της ολομέλειας. Σήμερα, Πρόεδρος είναι ο Martin Schulz, μέλος της Ομάδας της Προοδευτικής Συμμαχίας των Σοσιαλιστών και των Δημοκρατών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

    Το μεγαλύτερο μέρος του έργου του Ευρωκοινοβουλίου εκπονείται από τις 20 μόνιμες κοινοβουλευτικές επιτροπές που προετοιμάζουν τις εκθέσεις για τις συνεδριάσεις της ολομέλειας, όπου αναλύονται και ψηφίζονται. Δώδεκα ολομέλειες οργανώνονται κάθε χρόνο στο Στρασβούργο Γαλλίας και άλλες έξι («μίνι – συνεδρίες») στις Βρυξέλλες Βελγίου.

    Το Ευρωκοινοβούλιο, ως εκπρόσωπος όλων των ευρωπαίων πολιτών, έχει ανάγει την πολυγλωσσία του σε μια από τις πιο σημαντικές πτυχές του. Τα κοινοβουλευτικά του έγγραφα δημοσιεύονται σε όλες τις 23 επίσημες γλώσσες της ΕΕ και κάθε Ευρωβουλευτής έχει το δικαίωμα να επιλέγει και να εκφράζεται σε όποια από τις επίσημες γλώσσες επιθυμεί.

    Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι επίσης ένας σταθερός και αδιαμφισβήτητος υπερασπιστής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δημοκρατίας τόσο εντός όσο και εκτός ευρωπαϊκών συνόρων. Ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ ορίζει τα αστικά, πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα όλων των ατόμων, ενώ το Βραβείο Ζαχάρωφ απονέμεται κάθε χρόνο σε προσωπικότητες ή φορείς που αγωνίζονται για την προάσπιση των θεμελιωδών ελευθεριών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

    Διαβάστε περισσότερα για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

  • Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι ένα από τα βασικά θεσμικά όργανα που δημιουργήθηκε στις αρχές του 1950 με την ιδρυτική Συνθήκη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Από τότε εξελίσσεται συνεχώς ώστε να ανταποκριθεί στον ολοένα μεταβαλλόμενο ρόλο της, ενσωματώνοντας ταυτόχρονα και την πρόοδο που γίνεται σε επίπεδο ευρωπαϊκής διακυβέρνησης.

    Το Κολλέγιο των Επιτρόπων αντιπροσωπεύει την κορυφή του συνολικού οικοδομήματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που περιλαμβάνει περί τις 40 διαφορετικές υπηρεσίες. Το Κολλέγιο των Επιτρόπων φέρει την πολιτική ευθύνη των δράσεων που αναλαμβάνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ενώ η υλοποίησή τους ανατίθεται στους Γενικούς Διευθυντές και Προϊσταμένους Υπηρεσιών που έχουν διοικητικές αρμοδιότητες. Μόλις ολοκληρωθεί η εκλογή του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο διορίζει άλλα 26 μέλη με τη σύμφωνη γνώμη του νεοεκλεγέντος Προέδρου. Οι 27 Επίτροποι, ένας από κάθε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και για διαφορετικό τομέα πολιτικής ο καθένας, αποτελούν το Κολλέγιο των Επιτρόπων. Διορίζονται για 5 χρόνια από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, μετά από σχετική πρόταση των κρατών μελών, αλλά κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, είναι απόλυτα ανεξάρτητοι και απαλλαγμένοι εθνικών συμφερόντων. Προκειμένου να αναλάβει καθήκοντα, το Κολλέγιο των Επιτρόπων στο σύνολό του υπόκειται σε ψήφο αποδοχής από το Ευρωκοινοβούλιο. Ο σημερινός Πρόεδρος της Επιτροπής είναι ο José Manuel Durão Barroso που εξελέγη το 2010 για δεύτερη φορά. Η «Επιτροπή Barroso 2010 – 2014» έχει 8 Αντιπροέδρους, μεταξύ των οποίων και η Ύπατη Εκπρόσωπος της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας, Catherine Ashton, η οποία προεδρεύει των Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων και ηγείται της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και της Πολιτικής ασφάλειας της ΕΕ. Με βάση το ρόλο της ως Αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι σε θέση να εξασφαλίζει την συνοχή και τον συντονισμό των εξωτερικών δράσεων της ΕΕ.

    Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εργάζεται υπό την πολιτική καθοδήγηση του Προέδρου της που αποφασίζει και για την εσωτερική οργάνωση εξασφαλίζοντας συνοχή, αποτελεσματικότητα και συλλογικότητα. Η αρχή της συλλογικότητας σημαίνει ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως σύνολο και όχι ένας Επίτροπος ξεχωριστά, φέρει την ευθύνη για τις αποφάσεις και πράξεις της.

    Ρόλος της Επιτροπής είναι να προωθεί το γενικό συμφέρον της ΕΕ. Αυτό επιτυγχάνεται με την συμμετοχή της στη διαδικασία λήψεως αποφάσεων και συγκεκριμένα με:

    • Την επεξεργασία προτάσεων ευρωπαϊκής νομοθεσίας και
    • Την επίβλεψη της ορθής εφαρμογής των Συνθηκών και της ευρωπαϊκής νομοθεσίας

    Η Επιτροπή είναι επίσης αρμόδια για ένα μεγάλο φάσμα οικονομικών και διαχειριστικών καθηκόντων.

    Στην αρχή της θητείας της, η Επιτροπή καθορίζει τους στρατηγικούς της στόχους για τα επόμενα 5 χρόνια. Αυτοί οι στρατηγικοί στόχοι αναλύονται σε πιο λεπτομερείς ετήσιες πολιτικές  προτεραιότητες στην Ετήσια Στρατηγική Πολιτικής που με τη σειρά τους μετατρέπονται σε επιχειρησιακούς στόχους στο πλαίσιο του Προγράμματος Εργασίας της Επιτροπής. Η υλοποίηση του Προγράμματος Εργασίας παρακολουθείται στενά από τις κεντρικές υπηρεσίες της Επιτροπής, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι προτεραιότητες που έχουν τεθεί ολοκληρώνονται έγκαιρα και με συνάφεια.

    Ο κανονισμός λειτουργίας της Επιτροπής προβλέπει εβδομαδιαίες συναντήσεις των Επιτρόπων, συνήθως κάθε Τετάρτη, στην έδρα της Επιτροπής στις Βρυξέλλες, στο κτήριο Berlaymont. Εκτός από αυτές τις τακτικές συναντήσεις η Επιτροπή μπορεί να συνεδριάσει αν συντρέχουν λόγοι έκτακτης ανάγκης ή σε ειδικές περιπτώσεις. Οι αποφάσεις λαμβάνονται συλλογικά στη βάση των προτάσεων που παρουσιάζονται από ένα ή περισσότερους Επιτρόπους μαζί. Διαθέτει τέσσερις διαφορετικούς τρόπους λήψεως αποφάσεων:

    1. Κατά τη διάρκεια των τακτικών εβδομαδιαίων συναντήσεων κάθε Επίτροπος μπορεί να ζητήσει ψηφοφορία. Η Επιτροπή αποφασίζει με απλή πλειοψηφία ενώ ο Πρόεδρος έχει καθοριστική ψήφο (casting vote).
    2. Με γραπτή διαδικασία: η πρόταση απόφασης αποστέλλεται γραπτώς, σε όλους τους Επιτρόπους.
    3. Με εξουσιοδότηση: η Επιτροπή μπορεί να εξουσιοδοτήσει έναν ή περισσότερους Επιτρόπους να αποφασίσουν εκ μέρους της.
    4. Με ανάθεση: η Επιτροπή μπορεί να αναθέσει κάποιες αποφάσεις στους Γενικούς Διευθυντές και στους Προϊσταμένους Υπηρεσιών.

    Η Επιτροπή εργάζεται με διαφάνεια. Έχει αναλάβει συγκεκριμένη δέσμευση προς αυτή τη κατεύθυνση και προσπαθεί να δημοσιοποιεί και να ενημερώνει ευρύτατα για τις αποφάσεις που λαμβάνει και το έργο που υλοποιεί. Πριν ξεκινήσει την επεξεργασία νομοθετικών προτάσεων και προτάσεων πολιτικής οργανώνει ευρεία διαβούλευση της κοινωνίας των πολιτών και λοιπών οργανώσεων και φορέων σύμφωνα με τις εγκεκριμένες ελάχιστες προδιαγραφές διαβούλευσης.

    Επιπλέον το έργο της υπόκειται στον πολιτικό έλεγχο του Ευρωκοινοβουλίου και του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου. Το Ελεγκτικό Συνέδριο εξετάζει τόσο τα έσοδα όσο και τις δαπάνες των ταμείων της ΕΕ για να εκτιμήσει κατά πόσον οι χρηματοοικονομικές πράξεις έχουν εκτελεστεί νόμιμα, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα και την χρηστή διαχείριση των πόρων που έχει καταβάλει ο ευρωπαίος φορολογούμενος. Τα αποτελέσματα των ελέγχων είναι κοινοποιήσιμα και δημοσιεύονται σε σχετικές εκθέσεις και πορίσματα.

    Διαβάστε περισσότερα για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή

  • Το Δικαστήριο ιδρύθηκε αρχικά το 1952 από την ιδρυτική Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα. Παράλληλα με την ευρωπαϊκή οικοδόμηση, τα κράτη μέλη ολοκλήρωσαν τις συνθήκες για την ίδρυση πρώτα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και, στη συνέχεια, της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ).

    Το Δικαστήριο της ΕΕ είναι στην πραγματικότητα το δικαστικό όργανο της ΕΕ και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας (Ευρατόμ). Αποτελεί συνεπώς τη δικαστική αρχή της ΕΕ και σε συνεργασία με τα δικαστήρια των κρατών μελών εξασφαλίζει την ομοιόμορφη εφαρμογή και ερμηνεία της νομοθεσίας της ΕΕ. Σημειώνεται ότι το ευρωπαϊκό δίκαιο υπερισχύει του εθνικού δικαίου. Το Δικαστήριο της ΕΕ έχει την έδρα του στο Λουξεμβούργο και αποτελείται από τρία δικαιοδοτικά όργανα:

    1.  Το Δικαστήριο,
    2.  Το Γενικό Δικαστήριο, που δημιουργήθηκε το 1988 και
    3.  Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης, που δημιουργήθηκε το 2004

    Κύριο καθήκον τους είναι η εξέταση ότι οι νόμοι και το δίκαιο τηρούνται κατ’ εφαρμογή και σύμφωνα με ότι προβλέπεται από τις  συνθήκες της ΕΕ . Μέρος της εν λόγω αποστολής του Δικαστηρίου της ΕΕ είναι να εξασφαλίζει ότι τα κράτη μέλη συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις Συνθήκες και ερμηνεύει το κοινοτικό δίκαιο, μετά από αίτημα των εθνικών δικαστηρίων.

    Από την ίδρυση τους, περίπου 15 000 αποφάσεις έχουν εκδοθεί  από τα τρία δικαιοδοτικά όργανα.

    Το Δικαστήριο αποτελείται από ένα δικαστή ανά κράτος μέλος, επί του παρόντος 27 και 8 γενικούς εισαγγελείς, οι οποίοι διορίζονται από τις κυβερνήσεις των κρατών μελών και κατόπιν διαβούλευσης για την καταλληλότητα των υποψηφίων, για  θητεία 6 ετών, με δυνατότητα ανανέωσης. Οι ακροάσεις των υποθέσεων πραγματοποιούνται συνήθως ενώπιον τριών, πέντε ή δεκατριών δικαστών. Οι δικαστές του Δικαστηρίου εκλέγουν ως Πρόεδρο έναν από τα μέλη τους, για θητεία τριών ετών, με δυνατή την ανανέωση της. Ο Πρόεδρος διευθύνει τις εργασίες του Δικαστηρίου και προεδρεύει στις ακροάσεις και διαβουλεύσεις. Από το 2003, το Δικαστήριο προεδρεύεται από τον Βασίλειο Σκoυρή. Οι γενικοί εισαγγελείς επικουρούν το Δικαστήριο και είναι υπεύθυνοι για την παρουσίαση μιας αμερόληπτης και ανεξάρτητης "γνώμης" για τις υποθέσεις που τους έχουν ανατεθεί.

    Δεδομένου ότι κάθε κράτος μέλος έχει τη δική του γλώσσα και συγκεκριμένο νομικό σύστημα, το Δικαστήριο της ΕΕ είναι ένα πολύγλωσσο κοινοτικό ίδρυμα. Αντίστοιχο γλωσσικό καθεστώς δεν υφίσταται σε κανένα άλλο δικαστήριο στον κόσμο, δεδομένου ότι κάθε μία από τις επίσημες γλώσσες της ΕΕ μπορεί να αποτελεί τη γλώσσα της εκδίκασης μιας υπόθεσης. Συγκεκριμένα το Δικαστήριο υποχρεούται απαρέγκλιτα να τηρεί την αρχή της πολυγλωσσίας, λόγω της ανάγκης για επικοινωνία με τους διαδίκους στη γλώσσα της διαδικασίας και να εξασφαλίσει τη διάδοση της νομολογίας σε όλα τα κράτη μέλη.

    Read more about the Court of Justice of the EU

  • Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ιδρύθηκε το 1998 από τη Συνθήκη του Άμστερνταμ στο πλαίσιο οικοδόμησης της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Είναι η κεντρική τράπεζα για το ενιαίο νόμισμα της Ευρώπης, το «Ευρώ» και πρωταρχικός της ρόλος είναι η διατήρηση της σταθερότητας των τιμών (χαμηλά ποσοστά πληθωρισμού) στην «ζώνη του ευρώ» ή «Ευρωζώνη» που αποτελείται από τα κράτη μέλη της ΕΕ που έχουν υιοθετήσει το «Ευρώ» ως κοινό τους νόμισμα. Η Ευρωζώνη τέθηκε σε ισχύ το 1999, όταν για πρώτη φορά η ευθύνη για την άσκηση νομισματικής πολιτικής μεταφέρθηκε, σύμφωνα και με τη Συνθήκη, από τις 11 τότε εθνικές κεντρικές τράπεζες στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Κράτη μέλη που επιθυμούν να ενταχθούν στην Ευρωζώνη πρέπει να πληρούν τα «κριτήρια σύγκλησης» των οικονομικών και νομικών προϋποθέσεων, προκειμένου να υιοθετήσουν και το Ευρώ ως νόμισμά τους. Σήμερα η Ευρωζώνη αποτελείται από 17 κράτη μέλη της ΕΕ.

    Η δημιουργία της Ευρωζώνης μαζί με τη δημιουργία ενός νέου υπερεθνικού ιδρύματος, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, αποτελεί σημαντικό ορόσημο στη μακρά πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

    Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει πράγματι καθιερωθεί ως ο πυρήνας του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ) που αποτελείται από τις εθνικές κεντρικές τράπεζες όλων των κρατών μελών της ΕΕ, είτε έχουν υιοθετήσει το Ευρώ και ανήκουν στην Ευρωζώνη, είτε όχι. Η έδρα της είναι στην Φρανκφούρτη Γερμανίας και είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου διεθνούς δικαίου.

    Είναι υπεύθυνη για την άσκηση της νομισματικής πολιτικής της Ευρωζώνης, της μεγαλύτερης οικονομίας στον κόσμο μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες (ΗΠΑ). Ανάμεσα στις άλλες αρμοδιότητες που ορίζονται από τη Συνθήκη, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει την ευθύνη για την ομαλή λειτουργία του συστήματος πληρωμών, την χρηματοοικονομική σταθερότητα και εποπτεία, καθώς και το αποκλειστικό δικαίωμα να χορηγεί την άδεια έκδοσης τραπεζογραμματίων εντός της Ευρωζώνης.

    Η καθημερινή διαχείριση και υλοποίηση των αποφάσεων είναι αρμοδιότητα της Εκτελεστικής Επιτροπής που αποτελείται από τον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο και άλλα 4 μέλη, που διορίζονται όλα από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για μια θητεία 8 ετών, μη ανανεώσιμη. Σημερινός Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας είναι ο Mario Draghi.

    Το κυρίως όργανο λήψεως αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας είναι το Διοικητικό Συμβούλιο που αποτελείται από τα 6 μέλη της προαναφερθείσας Εκτελεστικής Επιτροπής συν τους διοικητές των εθνικών κεντρικών τραπεζών των 17 χωρών της Ευρωζώνης. Συνεδριάζει συνήθως δύο φορές το μήνα στην Φρανκφούρτη. Στην πρώτη συνεδρίαση κάθε μήνα αξιολογεί την οικονομική κατάσταση, καθώς και τη νομισματική πολιτική. Οι αποφάσεις για τα βασικά επιτόκια λαμβάνονται συνήθως κατά την διάρκεια της εν λόγω συνεδρίασης και μαζί με το σύνολο των αποφάσεων για την νομισματική πολιτική, παρουσιάζονται και εξηγούνται λεπτομερώς σε συνέντευξη τύπου που πραγματοποιείται αμέσως μετά την λήξη της συνεδρίασης. Ο Πρόεδρος, συνεπικουρούμενος από τον Αντιπρόεδρο, προεδρεύει της συνέντευξης τύπου. Κατά τη δεύτερη συνεδρίασή του, το Διοικητικό Συμβούλιο συζητά άλλα θέματα που αφορούν αρμοδιότητες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

    Διαβάστε περισσότερα για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

Συμβουλευτικά Όργανα και Οργανισμοί

  • Ιδρύθηκε το 1992 με την Συνθήκη του Μάαστριχτ που την καθιέρωσε και επίσημα ως γνωμοδοτικό όργανο, μαζί με την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) αρχικά για πέντε τομείς. Στη συνέχεια η Συνθήκη του Άμστερνταμ και της Λισσαβόνας της έδωσαν σταδιακά περισσότερη «ισχύ» αυξάνοντας και τους υποχρεωτικούς τομείς διαβούλευσης σε 14 (μεταξύ των οποίων συνοχή, υγεία, εκπαίδευση, μεταφορές, περιβάλλον, ενέργεια, κλπ).

    Σήμερα, η Επιτροπή των Περιφερειών (ΕτΠ) εκφράζει την «πολυεπίπεδη διακυβέρνηση» που προωθεί η ΕΕ, δηλαδή την ενεργό εμπλοκή της τοπικής αυτοδιοίκησης στα ευρωπαϊκά δρώμενα. Εξ’ άλλου η θέσπιση της ΕτΠ βασίστηκε σε δύο επιχειρήματα:

    • την προσβασιμότητα που έχουν οι πολίτες στα Ευρωπαϊκά θέματα (δεν είναι τυχαίο που η υιοθέτηση της αρχή της «επικουρικότητας» συμπίπτει με την ίδρυση της ΕτΠ)
    • το γεγονός ότι τα 2/3 (περίπου 75%) της ευρωπαϊκής νομοθεσίας εφαρμόζεται σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο.

    Πρόκειται για μια «πολιτική συνέλευση» που αποτελείται από αιρετούς της τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης (δήμαρχοι και περιφερειάρχες ως επί το πλείστον) των 27 κρατών μελών της ΕΕ. Συγκεκριμένα έχει 344 τακτικά μέλη και άλλα τόσα (344) αναπληρωματικά. Αν και τα μέλη αυτά διορίζονται για μια πενταετία από το Συμβούλιο της ΕΕ, ο εν λόγω διορισμός είναι καθαρά τυπικός, με την έννοια ότι το Συμβούλιο δε «διορίζει» μη αιρετούς. Για χώρες που δεν έχουν αιρετούς περιφερειάρχες να τους εκπροσωπήσουν στην ΕτΠ, οι τοπικές ενώσεις (δήμων & κοινοτήτων) διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην εκπροσώπηση αλλά και συνολική παρουσία της τοπικής αυτοδιοίκησης στην ΕτΠ και στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα γενικότερα.

    Το Προεδρείο της ΕτΠ αποτελείται από 60 μέλη, ενώ ο Πρόεδρος και ο 1ος Αντιπρόεδρος συνήθως προέρχονται από χώρες με παράδοση στην τοπική αυτοδιοίκηση και ισχυρές περιφέρειες. Ο σημερινός Πρόεδρος είναι ο  Ramon Luis Valcárcel Siso.

    Κύριος ρόλος της ΕτΠ είναι η εκπόνηση γνωμοδοτήσεων στους παραπάνω 14 τομείς (και όχι μόνο) με στόχο να επηρεάσει, τόσο την λήψη αποφάσεων όσο και το νομοθετικό έργο της ΕΕ. Για την επεξεργασία και εκπόνηση των γνωμοδοτήσεων ακολουθείται μια «τυποποιημένη» διαδικασία, στο πλαίσιο λειτουργίας των 6 θεματικών επιτροπών της ΕτΠ. Όλες οι γνωμοδοτήσεις εξετάζονται από την ολομέλεια της ΕτΠ και όσες υιοθετούνται δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ.

    Μια σημαντική όσο και αντιπροσωπευτική εκδήλωση του ρόλου, αλλά και της επιρροής της ΕτΠ στο σημερινό ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, είναι η συνδιοργάνωση μαζί με την Γενική Διεύθυνση Περιφερειακής Πολιτικής της ΕΕ της εβδομάδας των «Open Days» (συνήθως κάθε Οκτώβριο στις Βρυξέλλες) – μιας πλατφόρμας διαλόγου και ανταλλαγής εμπειριών, ανάμεσα στις περιφέρειες και λοιπές τοπικές αυτοδιοικήσεις της ΕΕ. Το 2011, συμμετείχαν 5700 άτομα και 110 ομάδες εργασίας, και κύριο θέμα ήταν το «geography matters», με στόχο να τονιστεί ακόμη περισσότερο η σημασία της τοπικής διάστασης.

    Διαβάστε περισσότερα για την Επιτροπή των Περιφερειών

  • Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή ιδρύθηκε το 1957 από τη Συνθήκη της Ρώμης, ως forum εκπροσώπησης των οικονομικών και κοινωνικών φορέων. Στη σημερινή της μορφή η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) είναι ένα θεσμικό όργανο που εκπροσωπεί την κοινωνία των πολιτών σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Είναι ένα από τα δύο συμβουλευτικά όργανα της ΕΕ, που παρέχει στους φορείς της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών ένα επίσημο βήμα για να εκφράσουν τις απόψεις τους σχετικά με την ευρωπαϊκή νομοθεσία και τις ευρωπαϊκές πολιτικές.

    Έχει 344 μέλη που προέρχονται από οικονομικούς και κοινωνικούς φορείς των κρατών μελών της ΕΕ. Τα μέλη προτείνονται από τις εθνικές κυβερνήσεις και διορίζονται από το Συμβούλιο της ΕΕ για μια ανανεώσιμη θητεία πέντε ετών, ενώ ο Πρόεδρος εκλέγεται για 2,5 έτη. Ο σημερινός Πρόεδρος της ΕΟΚΕ είναι ο Staffan Nilsson. Ο πλέον πρόσφατος διορισμός των μελών έγινε τον Οκτώβριο του 2010 και συνεπώς η θητεία τους θα ολοκληρωθεί το 2015. 

    Για την εκπόνηση των εργασιών τους, τα μέλη της ΕΟΚΕ κατανέμονται σε τρείς κύριες ομάδες ισάριθμων μελών: τους «εργοδότες», τους «μισθωτούς» και την ομάδα των «διαφόρων δραστηριοτήτων» που εκπροσωπεί γεωργικές οργανώσεις, ενώσεις καταναλωτών, περιβαλλοντικές οργανώσεις, επαγγελματικές οργανώσεις, ΜΚΟ, κλπ. Η ανάλυση και εξέταση εξειδικευμένων ευρωπαϊκών πολιτικών και θεμάτων γίνεται από τα έξι εξειδικευμένα τμήματα της ΕΟΚΕ. Οι συνελεύσεις ολομέλειας οργανώνονται εννέα φορές το χρόνο και οι γνωμοδοτήσεις υιοθετούνται με απλή ψηφοφορία επί των γνωμοδοτήσεων τμήματος.     

    Για ορισμένα θέματα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καθώς και το Συμβούλιο της ΕΕ είναι υποχρεωμένα να συμβουλευθούν την ΕΟΚΕ, ενώ για άλλα η γνωμοδότησή της είναι προαιρετική. Η Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη, καθώς και η Συνθήκη του Μάαστριχτ διεύρυνε το φάσμα γνωμοδοτήσεων της ΕΟΚΕ. Η δε Συνθήκη του Άμστερνταμ επέκτεινε ακόμη περισσότερο το πεδίο αναφορών της ΕΟΚΕ, ενώ ταυτόχρονα προέβλεψε και υποχρεωτικές συμβουλευτικές αναφορές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Εκτός από αυτά, η ΕΟΚΕ εκδίδει επίσης και «γνωμοδοτήσεις πρωτοβουλίας» για θέματα που θεωρεί ότι χρήζουν εξέτασης.

    Κατά μέσο όρο η ΕΟΚΕ εκδίδει 170 γνωμοδοτικά έγγραφα το χρόνο, εκ των οποίων ένα 15% με δική της πρωτοβουλία. Όλες οι γνωμοδοτήσεις αποστέλλονται στα καθ’ ύλην αρμόδια όργανα της ΕΕ για τη λήψη αποφάσεων και στη συνέχεια δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ. Συνεπώς η ΕΟΚΕ διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην διαδικασία λήψεως αποφάσεων της ΕΕ.

    Τα τελευταία χρόνια η ΕΟΚΕ προασπίζοντας την κοινωνία των πολιτών με επαγγελματικό και οργανωμένο τρόπο έχει καταφέρει να προωθήσει τη συμμετοχική δημοκρατία, τόσο μέσα στην ΕΕ, όσο και στον υπόλοιπο κόσμο. Στο πλαίσιο αυτό μάλιστα συνεργάζεται σε παγκόσμιο επίπεδο με άλλες κοινωνικοοικονομικές οργανώσεις συναφούς χαρακτήρα κατά τη διάρκεια των «Διεθνών Συναντήσεων» που διοργανώνονται κάθε δύο χρόνια.

    Διαβάστε περισσότερα για την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή